Sunday, December 7, 2014

Θείο Όραμα της Παναγίας στη Βίγλα του Άθωνα


 

Στην πανώρια αυτή περιοχή της Βίγλας, που έχει πολύ ανοιχτόν ορίζοντα προς όλες τις κατευθύνσεις και βλέπει τα απέραντα γαλανά νερά του Αιγαίου Πελάγου, τον δέκατο τέταρτο αιώνα ήρθε και αρκετά χρόνια εφησύχαζε, ο νηπτικώτατος πατήρ και διδάσκαλος άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης, ο οποίος δίδαξε και ανέδειξε πολλούς μαθητές της νηπτικής θεωρίας και πρακτικής καρδιακής προσευχής.

Μεταξύ των μαθητών του, σαν αστέρι πρώτου μεγέθους έλαμπε ο απλός και αγαθός Μάρκος, ο οποίος στην τοποθεσία αυτή αξιώθηκε να δει θαυμάσιο και υπερφυσικό όραμα : Στο υψηλότερο και πιο θεαματικό μέρος της «βίγλας», είδε σε ζωντανή εικόνα το τελευταίο μεγαλυνάριο, που ψάλλομε στο τέλος του μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα της Παναγίας που λέγει :

«Χρυσοπλοκώτατε πύργε, καὶ δωδεκάτειχε πόλις, ἡλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα τοῦ βασιλέως, ἀκατανόητον θαῦμα, πῶς γαλουχεῖς τὸν δεσπότην.»

Δηλαδή είδε ένα χρυσόπλοκο και χρυσόκτιστο πύργο, πάνω στον οποίον ήταν ολοφώτεινος και ηλιοστάλακτος θρόνος. Επί του θρόνου αυτού, σα Βασίλισσα ουρανού και γης κάθονταν η Κυρία και Δέσποινα του κόσμου, Υπεραγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, φέρουσα στην αγκαλιά της, τον Υιόν και Θεόν Της, Κύριον και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν.

Στον πύργο αυτόν, γύρω-γύρω σαν τείχος, ήταν δώδεκα ολόχρυσοι θρόνοι, επί των οποίων κάθονταν οι δώδεκα άγιοι Απόστολοι του Κυρίου, οι οποίοι, μαζί με τα Αγγελικά Τάγματα και τους αγιορείτες Πατέρες, υμνούσαν, ευλογούσαν και δοξολογούσαν τον Κύριο της δόξης και Θεόν, τιμώντες ταυτόχρονα με ύμνους και μεγαλυνάρια, την Παναγία Μητέρα, του Υιού και Λόγου του Θεού, Θεοτόκο Μαρία. Γύρω δε από όλους αυτούς ήταν άπειρο πλήθος Μοναχών και χριστιανών, που δοξολογούσαν κι αυτοί το Θεό και την μητέρα του Χριστού και θαύμαζαν τη δόξα και χάρη της Παναγίας Θεοτόκου και εμακάριζαν την «αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».

Και εφόσον γίνονταν αυτά στο ανατολικό μέρος, ο άγιος Μάρκος, γύρισε δυτικά και βλέπει μακριά και σε μεγάλη απόσταση, από την Παναγία, μια τσιγγάνα – γύφτισσα – η οποία έκανε διάφορα αστεία και κωμικά νούμερα, θεατρικές κινήσεις, ξεγυμνώματα και διάφορες άλλες ασχήμιες και ξεδιάντροπες παραστάσεις. Είχαν και κει μαζευτεί μερικοί άνθρωποι, που περιεργάζονταν, και χάζευαν και διασκέδαζαν με τις επιδείξεις και άσεμνες σκηνές που έκανε η γύφτισσα.

Τότε με φρίκη, παρατήρησε, ο άγιος Μάρκος, πως λίγοι-λίγοι από τους χριστιανούς, αλλά κι από τους Μοναχούς ακόμη, οι οποίοι πρώτα ήταν κοντά στην Παναγία και υμνολογούσαν το Θεό, άφηναν το χώρο του χρυσού εκείνου πύργου, που υμνολογούσαν το Θεό Άγγελοι και Άγιοι, και νικώμενοι από σατανική περιέργεια, γύριζαν προς το μέρος εκείνο της τσιγγάνας, πήγαιναν κοντά της, τους άρεσαν οι επιδείξεις της, κι έτσι άρχισαν σιγά-σιγά και δειλά-δειλά να φεύγουν όλοι από τη θεία ομήγυρη και λαμπρή εκείνη δόξα της Παναγίας και να πηγαίνουν κοντά στη γύφτισσα, φοβερό και τρομερό όραμα, αλλά αληθινά προφητικό.

Η Παναγία έμεινε μόνη, με τους Αγγέλους και τους Αγίους και με λίγους καλούς Μοναχούς και πιστούς χριστιανούς, με τους οποίους ακατάπαυστα υμνούσε και δοξολογούσε τον Κύριο της δόξης. Με λύπη της δε πολλή έβλεπε τους άλλους πούφευγαν και προτιμούσαν να ιδούν τα έσχη και να ακούσουν τα αδιάντροπα τραγούδια της πόρνης τσιγγάνας, παρά να μένουν και με την Παναγία και τους Αγίους να δοξολογούν τον Κύριο.

Ο άγιος Μάρκος, όσο στην αρχή χάρηκε, που είδε την Παναγία να αστράφτει περισσότερο από τον ήλιο, και τους αγίους Αποστόλους, με τα ουράνια Τάγματα των Αγγέλων και των Αγίων, που προσευχόντουσαν και δοξολογούσαν το Θεό, τόσο λυπήθηκε περισσότερο και τον κατάλαβε φόβος και τρόμος, σαν είδε τους ανόητους εκείνους ανθρώπους και καλογήρους ακόμη να εγκαταλείπουν τη Βασίλισσα των Αγγέλων και να προτιμούν μια βρωμερή, ακάθαρτη και κατά πάντα βέβηλη πόρνη γυναίκα. Να προτιμούν τα ανήθικα ρυπαρά και τραγούδια, από τους θείους ύμνους και την ακατάπαυστη δοξολογία του Θεού και να πηγαίνουν κοντά στα όργανα του σατανά !

ΠΗΓΗ : ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, τομ. Α΄, ΑΘΗΝΑΙ 1980, σ. 201 κ.ε.



http://agiameteora.net/

Elder Ephraim of Arizona: On Slander & Condemnation


 

Slander is a great evil. Just as the little rudder steers the whole ship wherever it wants, likewise the tongue leads a person either to good or to evil. The holy fathers greatly censure judging other people’s sins, faults, or evil habits. When we judge our brother, we condemn ourselves to a great sin. But when we cover our brother, God will also protect us from great sins. When we expose our brother, we drive the grace of God away from us and He permits us to fall into the same sins so that we learn that we are all weak and that the grace of God supports us. Whoever guards his tongue guards his soul from great sins and grievous falls. The chief cause of criticism and slander is pride and egotism, because one considers onesrlf better than the others. For this reason it is very beneficial for a person to think of himself as below everyone, so that he considers his brother than him in order that, with the help of God, he may be delivered from this evil.

If something pushes you to criticism in any matter regarding a brother or the monastery, try to pray about the matter instead, without passing it under the judgment of your reason. If you turn within yourself through prayer, humility, and mourning, you will find a spiritual treasure—just keep pride and criticism far from you.

Be attentive, my child, that you not judge any soul. For God permits the one who judges his neighbor to fall, so that he learns to have sympathy for his weak brother. The mercy of God supports all of us, but if we become proud, God will remove His grace and we shall become worse than the others. It is one thing to condemn someone and another to be fought by thoughts of condemnation. To condemn is a terrible passion, but to be fought by such thoughts and to fight back—this is an occasion for crowns.

Each person must bear the weaknesses of others. Who is perfect? Who can boast that he has kept his heart undefiled? Hence, we are all sick, and whoever condemns his brother does not perceive that he himself is sick, because a sick person does not condemn another sick person. Love, endure, overlook, do not get angry, do not flare up, forgive one another, so that you resemble our Christ and are counted worthy to be near Him in His kingdom. My children, avoid condemnation—it is a very great sin. God is greatly saddened when we condemn and loathe people. Let us concern ourselves only with our own faults—for these we should feel pain. Let us condemn ourselves and then we shall find mercy and grace from God.

Love one another, and do not be embittered out of egotism. Humility is a sure guide; it does not let the one who possesses it hit the reefs of carelessness and be shipwrecked, but as a luminous guide it leads him faultlessly on sure ground. Egotism is the most evil of evils; it causes all our lapses through unsubmissive thoughts. Fear this and strive to get rid of it, for the more it remains within us, the more it will wound us with the proportionate pain. I beg that you not criticize one another, for this is downright egotism. Excuse your brother’s fault; this is evidence of humility and love. The brother who acts thus will find much grace from God, but he who judges and scandalizes his neighbor should know that not only will he not find grace, but even if he has something he will lose it, so that he may learn the lesson of humility through suffering. Be particularly afraid of inner criticism, that is, thoughts of criticism, because it does not come to light through the spoken word, in which case it is likely to be corrected by someone who hears it. Be careful, I say, about criticism from within, which imperceptibly makes us fatally guilty and deprives us of the life of divine grace and offers as a most bitter drink the death of the soul. I pray that love and freedom from criticism will reign in every expression among you, so that the Holy Spirit may rest in your souls.


St. Anthony Orthodox Monastery, Arizona. Artwork by Ken Bosma ©©

Experience has shown that it is wrong to accuse and condemn someone without letting him defend himself. As also the sacred Gospel says: “Does our law judge a man before it hears him and knows what he is doing?” (Jn. 7:51 ). If we are not attentive, many sins of condemning others heap up within us, and then repentance is needed. How often a person repents because he spoke! Let us bear in mind the words of Abba Arsenios: “I have often repented for speaking, but I have never repented for keeping silent”. If we are often deceived by the sense of touch, how much more so we are by people’s words. Therefore, much attention is needed, for the devil prowls around roaring to devour us (cf. 1 Pet. 5:8 ). A Christian ought to be like the many-eyed Cherubim, for evil has multiplied greatly, especially the sin of condemnation, which is a common as “bread and cheese”. May God cleanse us and sanctify us for His glory. “Do not let the sun go down on the wrath of your brother” (cf. Eph. 4:26 ). That is, let no one be angry and enraged against his brother past the setting of the sun. have you heard about that brother who was negligent and lazy, who did not go to the all-night vigils and did not do his duties, whom the brethren knew to be a negligent monk? When he fell ill and the hour of his death drew near, the brethren gathered to hear something beneficial, or to comfort him, or in case he wanted to say something to them, but they saw him joyful, cheerful. One brother was scandalized and said, “What is this we see in you, brother? We see that you are joyful even though you are approaching death. But we have the thought that you were not a violent* monk, so how do you have such courage and a cheerful face? How do you justify yourself?” “Yes, brethren”, he said, “indeed I was a negligent person and I did not fulfill my duties. But I achieved one good thing, by the grace of God: not to condemn any brother and not to scandalize anyone; and never did I let my heart have something against any brother of the monastery when the sun set. And inasmuch as I did not judge any brother, I believe that God will not judge me either, for He said, “Judge not, that you be not judged” (Mt. 7:1 ) and since I did not judge, I will not be judged”. The brethren marveled and said, “Brother, you found the way of salvation very easily”. And the brother died with much joy. Do you see how the Fathers struggled and how they found the way of salvation?

*A “violent” or “forceful” monk or person is one who strives vigorously to “do violence to his nature constantly” (Ladder 1:4 ), for “the kingdom of heaven suffers violence, and the violent take it by force” (Mt. 11:12 ).

Source: http://easternorthodoxspirituality.blogspot.gr/

Περί Πνεύματος καί ζωῆς ( Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ )

1. Αγαπητοί μου αδελφοί και αδελφές, ανοίξτε την καρδιά σας, για να χαράξει εκεί το Άγιο Πνεύμα την εικόνα του Χριστού. Τότε θα γίνετε σιγά-σιγά ικανοί να έχετε μέσα σας τη χαρά και το πένθος, το θάνατο και την ανάσταση.

2. Ο κόσμος δεν γνωρίζει τίποτε μεγαλύτερο από την κλήση του χριστιανού. Αλλά όσο υψηλότερος είναι ο σκοπός, τόσο δυσκολότερη είναι η πραγμάτωσή του.
3. Κοιτάξτε το μεγαλειώδες θέαμα που ο Θεός μας φανέρωσε στη δημιουργία του κόσμου, στην κατασκευή του ανθρώπου «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Του. Εκείνο που αναζητούμε δεν περιορίζεται στη μικρή μας καθημερινή ζωή. Αναζητούμε να είμαστε με τον Θεό και να αποκτήσουμε μέσα μας τη ζωή σε όλο το πλάτος, το κοσμικό και το θείο.
4. Στην πνευματική μας θεωρία οφείλουμε να ενώσουμε το κοσμικό είναι και το θεϊκό Είναι, το κτιστό και το άκτιστο.

5. «Εν αρχή ήν ο Λόγος». Χωρίς Αυτόν τίποτε δεν υπάρχει. Κάθε μέρα γευόμαστε την οδυνηρή και άθλια ζωή μέσα στο σώμα μας. Και όμως δημιουργηθήκαμε κατ’ εικόνα του Χριστού, του Απολύτου. Το πρόβλημα, το μυστήριο της ζωής μας, είναι το πέρασμα από το σχετικό στο Απόλυτο. Αν το είναι δημιουργήθηκε από τον Θεό, δεν πρέπει να πεθάνει. Ο Θεός δημιούργησε τη ζωή, δεν δημιούργησε το θάνατο. Σκοπός μας είναι η ζωή με τον Χριστό-Θεό, η αθανασία, η αιωνιότητα. Σύμφωνα με την Αποκάλυψη, η αιωνιότητα του Θεού μπορεί να μας μεταδοθεί.

8. Οφείλουμε να μάθουμε να ζούμε την αιώνια ζωή του Ιδίου του Θεού. Τί σημαίνει «θέωση» του ανθρώπου; Να ζήσουμε όπως
έζησε ο Κύριος, να αφομοιώσουμε το φρόνημα και τα αισθήματα του Χριστού, προπαντός των τελευταίων στιγμών της επίγειας ζωής Του.

10. Το σπέρμα που έρριξε ο Σατανάς στην καρδιά και το νου του Αδάμ –το λογισμό να γίνει θεός χωρίς τον Θεό– σφηνώθηκε τόσο βαθιά στο είναι μας, ώστε να βρισκόμαστε αδιάκοπα υπό το κράτος της αμαρτίας.

12. Ήδη από τη γέννησή μας γινόμαστε κληρονόμοι του Αδάμ. Μπορούμε να ζήσουμε την κατάσταση της πτώσεως, που είναι μια φοβερή απόκλιση από την αγάπη του Πατρός, ως την μόνη πραγματικότητα του ανθρωπίνου είναι. Στον κόσμο ζούμε στην ατμόσφαιρα και τη λατρεία της πτώσεως. Ζούμε στην άνεση και συχνά ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε την πίστη μας, να πούμε ότι είμαστε χριστιανοί.

13. Μην έχετε υπερβολική εμπιστοσύνη στην ανώτερη μόρφωση που αποκτήσατε στον κόσμο. Ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε είναι κουλτούρα της πτώσεως.

14. Μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους –οι πόλεμοι είναι η κατεξοχήν αμαρτία–, ο σύγχρονος κόσμος έχασε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Δεν μπορεί όμως να εννοήσει τη θεότητα του Χριστού χωρίς το Άγιο Πνεύμα. Να πιστέψουμε ότι αυτός ο άνθρωπος, που είναι αληθινός άνθρωπος, είναι ο Δημιουργός του κόσμου, αυτό μας ξεπερνά. Να πιστέψουμε ότι ο Ίδιος ο Θεός σαρκώθηκε, ότι μας κάλεσε να είμαστε αιώνια μαζί Του, να, αυτό είναι που λείπει από πολλούς ανθρώπους του καιρού μας, κυρίως από επιστήμονες.

15. Τί σημαίνει σωτηρία; Ο θάνατος του σώματος είναι άραγε η προϋπόθεση για την είσοδο στη Βασιλεία του Χριστού; Πώς μπορούμε να αναπτύξουμε την ικανότητα μας να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, σύμφωνα με το Άγιο Πνεύμα; Ένα μόνο έχει σημασία: να φυλάξουμε την ένταση της προσευχής και της μετανοίας. Τότε ο θάνατος δε θα είναι ρήξη, αλλά μετάβαση στη Βασιλεία, για την οποία θα έχουμε ετοιμασθεί με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, με την προσευχή και την επίκληση του Ονόματός Του: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον ημάς και τον κόσμον Σου».

18. «Ακηδία», ετυμολογικά σημαίνει απουσία φροντίδας για τη σωτηρία. Εκτός από σπάνιες σχεδόν περιπτώσεις, όλη η ανθρωπότητα ζει σε κατάσταση ακηδίας. Οι άνθρωποι έγιναν αδιάφοροι για τη σωτηρία τους. Δεν αναζητούν τη θεία ζωή. Περιορίζονται στα σχήματα της σαρκικής ζωής στις καθημερινές ανάγκες, στα πάθη του κόσμου και τις συμβατικές πράξεις. Ωστόσο ο Θεός μας έπλασε από το μηδέν «κατ’ εικόνα» του Απολύτου και «καθ’ ομοίωσίν» Του. Αν η αποκάλυψη αυτή αληθεύει, η απουσία της μέριμνας για τη σωτηρία δεν είναι άλλο παρά ο θάνατος του προσώπου.

19. Η απελπισία είναι η απώλεια της συνειδήσεως ότι ο Θεός θέλει να μας δώσει την αιώνια ζωή. Ο κόσμος ζει στην απελπισία. Οι άνθρωποι έχουν καταδικάσει οι ίδιοι τον εαυτό τους στο θάνατο. Πρέπει να παλέψουμε σώμα προς σώμα με την ακηδία.

20. Η ζωή του κόσμου οργανώνεται γύρω από μερικά ανθρώπινα πάθη και η πνευματική ζωή βρίσκεται στο περιθώριο. Οφείλουμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση αυτή των πραγμάτων, να τοποθετήσουμε την πνευματική ζωή στην καρδιά της ζωής μας.

21. Η σοφία του κόσμου αυτού δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. Τα κοινοβούλια, οι κυβερνήσεις, οι πολυσύνθετοι οργανισμοί των πιο αναπτυγμένων συγχρόνων κρατών της γης είναι ανίσχυροι. Η ανθρωπότητα πάσχει χωρίς τέλος. Η μόνη διέξοδος είναι να βρούμε μέσα μας τη σοφία, την λύση να μη ζούμε σύμφωνα με τις ιδέες αυτού του κόσμου, αλλά να ακολουθήσουμε τον Χριστό.

26. Όπως ο Χριστός στη Γεθσημανή και στο Γολγοθά ζούσε ακατάπαυστα με τη σκέψη του Πατρός, κι εμείς οφείλουμε να ζούμε κάθε στιγμή με τη σκέψη του Θεού, αλλά περισσότερο του Χριστού παρά του Πατρός, επειδή δια του Υιού ερχόμαστε στον Πατέρα. Στην πράξη η ζωή γίνεται Χριστοκεντρική.

27. Το μόνο που μας ελκύει είναι ο Χριστός, το πρόσωπο Του. Και οφείλουμε να ζήσουμε τον Χριστό ως το μέτρο κάθε πράγματος, θείου και ανθρωπίνου. Εν τω Χριστώ έχουμε τον Δημιουργό Θεό μας. Εν τω Χριστώ έχουμε το υπόδειγμα, την αποκάλυψη του Σχεδίου του Θεού για τον άνθρωπο. Η αγάπη του Χριστού πρέπει να γεμίζει την καρδιά μας πάντοτε. Εν Θεώ δεν ζούμε με τον διανοητικό στοχασμό. Ο Θεός αποκαλύπτεται σε μας με τις ενέργειες Του. Ζούμε τον Χριστό ως προσωπική μας ζωή, όχι ως κάποιον που θα γνωρίζαμε εξωτερικά.

29. Κάποτε, όταν η αγάπη του Χριστού μας εγγίζει, αισθανόμαστε την αιωνιότητα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει κατανοητό με τη λογική. Ο Θεός ενεργεί με το δικό Του τρόπο που ξεφεύγει τη λογική. Δεν πρέπει να είμαστε υπερβολικά λογικοί στη χριστιανική ζωή.

30. Υπάρχουν εξωτερικοί «δείκτες» που επιτρέπουν να υπολογίσουμε σε ποια απόσταση βρισκόμαστε από τον Θεό: Ακολουθούμε τον λόγο του Ευαγγελίου; Φθάσαμε την τελειότητα, δηλαδή την αγάπη για ολόκληρο τον κόσμο, χωρίς διάκριση ανάμεσα σε εχθρούς και φίλους;

31. Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις εντολές του Χριστού και στη ζωή του Ίδιου του Θεού.

34. «Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς». Πολλές φορές επανέλαβα αυτή την προσευχή της Εκκλησίας. Η επί γης αναμάρτητη ζωή μας ανοίγει τις πύλες του Ουρανού. Δεν είναι ο πλούτος των γνώσεων που σώζει τον άνθρωπο. Είναι η αναμάρτητη ζωή που μας προετοιμάζει για τη ζωή με τον Θεό στο μέλλοντα αιώνα. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος μας διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες κατά το μέτρο που ζούμε σύμφωνα με τις εντολές: «Αγαπήσεις τον Θεό σου, τον Δημιουργό σου, με όλο το είναι σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Ναι, κρατείτε πάντοτε αυτές τις εντολές.

35. Μείνετε στην προσευχή, μείνετε στον αγώνα, να περάσετε τη μέρα σας χωρίς αμαρτία. Όλα τα υπόλοιπα θα δοθούν από τον Ίδιο τον Θεό.

36. Για να φυλάξουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οφείλουμε ν’ απέχουμε από κάθε λογισμό που δεν αρέσει στον Θεό, μας λέει ο Γέροντας Σιλουανός. Ιδού το έργο μας. Ιδού η πνευματική μας καλλιέργεια. Εφόσον πρόκειται για την αιώνια σωτηρία, αυτό δεν τελειώνει ποτέ. Αρχίζουμε και ξαναρχίζουμε χωρίς τέλος.

37. Δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μέσα μας την εικόνα του Χριστού, εκτός αν είμαστε πραγματικά ενωμένοι, όπως ο Χριστός το ζητούσε από τους μαθητές Του: «Αγαπάτε αλλήλους», για να γνωρίζει ο κόσμος ότι είστε του Χριστού.



http://agiameteora.net/
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...